- χωρεπίσκοπος
- χωρ-επί-σκοπος, ὁ, Landaufseher; Suffraganbischof
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
χωρεπίσκοπος — country bishop masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωρεπίσκοπος — ο, ΝΑ, και χωροεπίσκοπος Ν εκκλ. κληρικός ο οποίος ασκεί επισκοπική εξουσία στην ύπαιθρο χώρα εξ ονόματος και εν ονόματι τού επισκόπου τής πόλης αρχ. τοποτηρητής επισκόπου. [ΕΤΥΜΟΛ. < χώρα + επίσκοπος] … Dictionary of Greek
χωρεπίσκοπος — ο επίσκοπος που δεν έχει δική του επισκοπή, αλλά κάνει τα καθήκοντά του σ άλλη, τιτουλάριος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
χωρεπισκόποις — χωρεπίσκοπος country bishop masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωρεπισκόπου — χωρεπίσκοπος country bishop masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωρεπισκόπους — χωρεπίσκοπος country bishop masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωρεπισκόπων — χωρεπίσκοπος country bishop masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωρεπισκόπῳ — χωρεπίσκοπος country bishop masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χωρεπίσκοπον — χωρεπίσκοπος country bishop masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Chorbishop — Part of a series on Eastern Christianity … Wikipedia
Bagrat III De Géorgie — Bagrat III Roi de Géorgie … Wikipédia en Français